Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Ο θεός που δεν πέθανε ποτέ



Ο Διόνυσος:
Θεός της αμπέλου και του ηλιακού οίνου, που 
προσφέρεται σε δείπνο μυστικό, σε τελετή γαμήλια, 
στον αποχαιρετισμό μιας ολόκληρης ζωής.

Θεός του δράματος, της έμπνευσης, της φώτισης, της βαθύτερης ενόρασης της ανθρώπινης συμπόνιας και κατανόησης.
O Διόνυσος είναι ο μόνος θεός του Δωδεκάθεου που επέζησε στην πορεία των χρόνων και κατά τα χριστιανικά χρόνια. Η οινοποσία, η ομαδική διασκέδαση, τα δρώμενα, η θεατρική αναπαράσταση, βρήκαν τρόπους να διατηρηθούν και να προσαρμοστούν, έξω από τους εκκλησιαστικούς εορτασμούς – συχνά μάλιστα παράλληλα μαζί τους, ακόμα και στην αυλή των εκκλησιών. Ενώ τα ονόματα του Δία, του Ποσειδώνα και του Άρη της Αθηνάς έχουν εκπέσει και ακούγονται παρωχημένα, το όνομα του Διονύσου παραμένει πάντα ζωντανό, ζωογόνο και επιθυμητό.
Ο Διόνυσος ήταν τόσο πολύμορφος και πολυδιάστατος ώστε,  είναι δύσκολο να γίνει πλήρως αντιληπτός με έναν και μοναδικό τρόπο.

Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣ
Ο Διόνυσος ήταν πρωτίστως θεός της μεταμόρφωσης. Μεταμόρφωνε την ταυτότητα του ατόμου, καταλύοντας τα όριά της. Αυτό εξηγεί, μεταξύ άλλων, τη σημασία της οινοποσίας, του προσωπείου και του κατόπτρου. Με την επίδραση του θεού, το άτομο χάνει κάποια στιγμή την ενότητά του, την ψυχική αλλά και τη σωματική. Ταυτίζεται με το ξένο, το διαφορετικό, με τον ζωικό και τον φυσικό κόσμο, αλλά και με τον θεϊκό. Γι’ αυτό και ο θεός εμφανίζεται σχεδόν πάντα σε κίνηση, σχεδόν πάντα ως ταξιδευτής – συχνά ως κατακτητής. Διασχίζοντας θάλασσες, λίμνες και ποτάμια, ο Διόνυσος είναι ο κατ’ εξοχήν ερχόμενος θεός. Ξεπηδά μέσα από πηγές, μετατρέποντας τα ύδατά τους σε οίνο.
Με τη διονυσιακή λατρεία, το άτομο γίνεται μέλος μιας ομάδας, ενός θιάσου ή μιας κοινότητας. Η μεταμόρφωση αυτή μπορεί να φτάσει σε ακραίες καταστάσεις, καταλύοντας ακόμα και τα όρια που διαχωρίζουν τη ζωή από το θάνατο. Ο θεός της ζωής και της κίνησης έχει έτσι τη μεγαλύτερη δυνατή συνάφεια με τον Άδη. Οι τελετές του περιλάμβαναν τη διασκέδαση, το χορό, το τραγούδι, τη μέθη, το θέατρο, αλλά επίσης τη μύηση στην εμπειρία του θανάτου ως προετοιμασία για μια άλλη ζωή. Ως Βάκχος είναι ο μοναδικός θεός που μοιράζεται το ίδιο όνομα με τους θιασώτες του.
Η απώλεια της ατομικής συνείδησης προκαλούσε κάποτε μια αίσθηση έντονου κινδύνου, αγωνίας, ταραχής, ακόμα και τρέλας. Η θεϊκή παρουσία προσλαμβανόταν ως άπλετο φως, ως λαμπερό αστροπελέκι, ως σεισμός, Αλλά τελικώς επέφερε την ηρεμία, τη γαλήνη και την καταλλαγή. Έδινε την εντύπωση απελευθέρωσης από το φόβο, τα δεσμά, τους εγκλεισμούς και τις φυλακές. Ο Διόνυσος ήταν έτσι χρήσιμος τόσο στα άτομα όσο και στην κοινότητα. Συνέβαλε στη συνοχή της, στη διαχείριση του καθημερινού μόχθου αλλά και στις δοκιμασίες του πολέμου. Κάθε τόπος φρόντιζε να τον καλοδεχτεί και πολλές περιοχές ισχυρίζονταν ότι ήταν ο τόπος της καταγωγής του.
Υπάρχουν μαρτυρίες των κλασικών κειμένων από τον Ηράκλειτο, τον Ευριπίδη και τον Πλάτωνα, στον Πλούταρχο, τον Πλωτίνο και τον Νόννο, πολλές επιγραφές, που περιλαμβάνουν επίσης χρυσά νεκρικά ελάσματα, εικόνες αγγείων και τοιχογραφίες. Στην κορύφωση της πραγμάτευσής του βρίσκεται η συμβολή της διονυσιακής λατρείας στο θέατρο και τη φιλοσοφία. Το πρώτο ζήτημα είναι γνωστό και πολυσυζητημένο από την εποχή του Νίτσε. οι διονυσιακές απαρχές του δράματος παραμένουν ορατές ακόμα και σε πολλά νεότερα έργα που δεν είχαν ως θέμα τους το θεό και τους συναφείς μύθους. Πιο πρωτότυπος ωστόσο αποδεικνύεται στην πραγμάτευση του δεύτερου και σκοτεινότερου ζητήματος. η εμπειρία της διονυσιακής μύησης είχε κάτι σημαντικό να προσθέσει στην φιλοσοφική αντίληψη για την ψυχή και τα εγγενή της χαρακτηριστικά.

Η ΑΜΠΕΛΟΣ Η ΑΛΗΘΙΝΗ
Ένας τόσο πολύμορφος θεός δεν καταθέτει εύκολα τα όπλα. Την εποχή που εξαπλωνόταν ο χριστιανισμός, μεγάλος αντίπαλος του Ιησού ήταν ο Διόνυσος. Η επίθεση της νέας θρησκείας στις περισσότερες μορφές παραδοσιακής λατρείας ήταν μετωπική και απόλυτη. Οι αιματηρές θυσίες έπρεπε να απαγορευτούν, οι ναοί και τα ιερά να κλείσουν, οι εορτές να τερματιστούν. Αλλά η διονυσιακή λατρεία διαχεόταν παντού, στους κύκλους της αγροτικής ζωής, στις συνεχείς διασκεδάσεις των πόλεων, στο δράμα, στις φιλοσοφικές συζητήσεις, στις χαρές και τις λύπες της καθημερινής ζωής. Για να τελεστεί μια διονυσιακή εορτή αρκούσε κάποτε μια φιλική συντροφιά, δεν είχε απαραίτητα την ανάγκη θυσιαστήριων ζώων, υπέρμετρων δαπανών, περίλαμπρων οικοδομών − ούτε καν ειδικευμένου προσωπικού. Ένα τραγούδι και ένας χορός μπορούσαν να καταστούν επαρκές έναυσμα και μια κούπα κρασί μπορούσε να αλλάξει τα πάντα, μετατρέποντας τη λύπη σε χαρά, τον φόβο σε ελπίδα.
Για να πολεμήσει τον Διόνυσο, ο χριστιανισμός κατέφυγε σε αγώνες πολύμορφους, μακροχρόνιους και αντιφατικούς. Βάπτιζε τους πιστούς στο νερό και τους καλούσε να γευτούν το κρασί ως αίμα του Ιησού. Επικαλέστηκε ως σύμβολα το αμπέλι και το σταφύλι. Συνέθεσε ύμνους. Αλλά απαρνήθηκε το γλέντι και τη μέθη. Προσπαθώντας να διαχωριστεί από τη διονυσιακή ευωχία, ο χριστιανισμός ξέκοψε από μια τελετουργία που χαρακτηρίζει σχεδόν κάθε θρησκεία: τον χορό.
Αλλά παρά τον θρίαμβο του χριστιανισμού, ο Διόνυσος επέζησε. Σε διάφορες περιοχές οι μύθοι του επιβίωσαν μέσα στους αιώνες, κάποτε ελαφρώς παραλλαγμένοι ή επιφανειακώς εκχριστιανισμένοι.

Αναρτήθηκε από Seler.Tr

Διαβάστε σχετικά:
Πότε σταμάτησε η λατρεία των Θεών της ελληνικής μυθολογίας;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου